Ήταν κατά σάρκα αδελφοί από τη Νικομήδεια. Κατά τη διάρκεια ενός από τους πιο φρικτούς διωγμούς των χριστιανών – επί βασιλείας του Μαξιμιανού (3ος αί.) – κάποιοι πιστοί διέφυγαν απ’ τη Νικομήδεια και προσπάθησαν να κρυφτούν. Ανάμεσα σ’ αυτές τις οικογένειες ήταν και του Ευλάμπιου. Κάποια ημέρα τον έστειλαν οι δικοί του να πάει στην πόλη για ν’ αγοράσει ψωμί. Εκεί, λοιπόν, στη Νικομήδεια, ο νεαρός Ευλάμπιος είδε τοιχοκολλημένο το αυτοκρατορικό διάταγμα για τον διωγμό των χριστιανών. Το περιγέλασε, το ξεκόλλησε και το καταξέσκισε. Αμέσως τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στο δικαστήριο. Ο δικαστής τον συμβούλευσε να αρνηθεί τον Χριστό· και εκείνος με τη σειρά του τον συμβούλευσε να αρνηθεί τα ψεύτικα είδωλα και να αναγνωρίσει τον Ένα και μοναδικό Ζωντανό Θεό. Τότε ο δικαστής πρόσταξε να μαστιγώσουν μέχρις αιμάτων τον νεαρό χριστιανό και να τον υποβάλουν σε φρικτά βασανιστήρια.
Θανατώθηκαν επίσης διακόσιοι άλλοι χριστιανοί, οι οποίοι είχαν μεταστραφεί στην Πίστη, όταν έγιναν αυτόπτες μάρτυρες της θαυματουργίας των αυταδέλφων αγίων Ευλαμπίου και Ευλαμπίας. Όλοι στέφθηκαν με τούς στεφάνους των αγίων μαρτύρων και πέρασαν στην αιωνιότητα της ουράνιας πατρίδας τους.
(Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Ο πρόλογος της Αχρίδος,Οκτώβριος, εκδ. Άθως, σ.112-113)