Αιγιαλίτισα Ζώνη είναι η θαλάσσια περιοχή που περιβάλει το έδαφος ενός κράτους και των νησιών του. Το πλάτος της δεν μπορεί να ξεπερνά τα 12 ναυτικά μίλια (1 ν.μ. = 1852 μέτρα). Στην έννοια του νησιού για τα χωρικά ύδατα και την συνορεύουσα ζώνη περιλαμβάνονται και οι νησίδες, βραχονησίδες και βράχοι.
Η επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ. τέθηκε για πρώτη φορά ως ζήτημα το 1963, ως αντίδραση στις τουρκικές διεκδικήσεις επί της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου.
Συζητήθηκε, όμως, το 1974 στο Υπουργικό Συμβούλιο της Κυβέρνησης της χούντας, όπου και αποφασίστηκε να αναβληθεί η απόφαση για επέκταση, και να τεθεί το θέμα σε διμερή διάλογο, με σκοπό τη φιλική επίλυσή του (Συρίγος, 2015).
Η Τουρκία αντέδρασε σφόδρα στην πιθανότητα επέκτασης, τονίζοντας ότι μια τέτοια κίνηση θα ήταν άκυρη και ανυπόστατη.
Αργότερα, το θέμα συμπεριλήφθηκε στον κατάλογο των θεμάτων προς διαπραγμάτευση, αλλά η Τουρκία ζήτησε τη διαγραφή του. Έκτοτε, η τελευταία καλλιέργησε σταδιακά την άποψη ότι τυχόν επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης πέραν των 6 ν.μ. θα συνιστούσε αιτία πολέμου – το λεγόμενο casus belli.
Αξίζει να αναφερθεί ότι κατά τη δεκαετία του 1970 η Τουρκία θεωρούσε ως casus belli την επέκταση στα 12 ν.μ., ενώ με το πέρασμα των ετών χαρακτήρισε ως casus belli οποιαδήποτε επέκταση πέραν των 6 ν.μ. (Συρίγος, 2015).
Το θέμα του casus belli επανήλθε ξαφνικά το 1995, και ανανεώθηκε με το κύρος αποφάσεως της τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, η οποία εξέδωσε ψήφισμα που εκχωρούσε στην Κυβέρνηση την αρμοδιότητα να λάβει όποια μέτρα -περιλαμβανομένων και στρατιωτικών- θα έκρινε αναγκαία για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων της χώρας (Athanasopulos, 2000). Ο λόγος ήταν απλός. Τον Νοέμβριο του 1994 τέθηκε σε ισχύ η Σύμβαση για το Δίκαιο τη Θάλασσας, όπου καθορίστηκε ως συμβατικός κανόνας ότι τα χωρικά ύδατα μπορούν να έχουν εύρος 12 ναυτικών μιλίων, και τον Μάιο του 1995 η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε ομόφωνα υπέρ της κυρώσεως της Σύμβασης. (Σημ. μόνο οι ΗΠΑ μαζί με την Τουρκία, το Ισραήλ και την Βενεζουέλα ψήφισαν κατά της νέας Σύμβασης).
Υπό αυτό το πρίσμα, η Τουρκία θεώρησε ότι η Ελλάδα προετοιμάζεται -κατ’ εφαρμογή της Συμβάσεως- να προχωρήσει σε επέκταση των χωρικών υδάτων της. Ποτέ δεν υπήρξε, όμως, απόφαση του ελληνικού Κοινοβουλίου για επέκταση στα 12 ν.μ (Συρίγος, 2015). Ενόψει της επιθετικής διάθεσης της Τουρκίας, η Ελλάδα φαίνεται να αποφεύγει μέχρι και σήμερα να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα.
Κατά την άποψη της Τουρκίας, το Αιγαίο θα μετατρεπόταν σε “ελληνική λίμνη”, δεδομένου ότι θα έκλειναν όλα τα υφιστάμενα περάσματα που οδηγούν στην ανοιχτή θάλασσα και, ως εκ τούτου, θα δημιουργούταν πρόβλημα με την ελεύθερη ναυσιπλοΐα, καθώς τα πλοία αναγκαστικά θα περνάνε από ελληνικά χωρικά ύδατα (Yenigün, 2001).
Τα πλοία που θα έφευγαν από την Τουρκία με κατεύθυνση προς τη Δύση θα έπρεπε να λαμβάνουν άδεια από την Ελλάδα – γεγονός που θα ήταν αντίθετο προς τα συμφέροντα της Τουρκίας. Σημειώνεται, ωστόσο, ότι με βάση το Άρθρο 17 της Σύμβασης κατοχυρώνεται το δικαίωμα της ελεύθερης ναυσιπλοΐας, καθώς τα πλοία όλων των κρατών -παράκτιων ή άνευ ακτών- απολαμβάνουν το δικαίωμα της αβλαβούς διέλευσης μέσω της αιγιαλίτιδας ζώνης.
Συν τοις άλλοις, η Τουρκία κάνει λόγο για καταχρηστική άσκηση δικαιώματος. Η άσκηση του ελληνικού δικαιώματος περί αυξήσεως των χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ. θα έχει ως αποτέλεσμα την παρεμπόδιση της Τουρκίας κατά την άσκηση των δικαιωμάτων που ήδη κατέχει επί της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου. Βάσει αυτού, θεωρεί ότι δεν είναι υποχρεωτικό για ένα κράτος να επεκτείνει πλήρως τα χωρικά του ύδατα (12 ν.μ.) – πολλώ δε μάλλον όταν αυτό επηρεάζει το δικαίωμα ενός άλλου κράτους (Acer, 2003).
Όντως, στη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας υπάρχει ρητή αναφορά στην κατάχρηση δικαιώματος (Άρθρο 300). Ωστόσο, αυτή αφορά αποκλειστικά σε αυθαίρετες εφαρμογές δικαιωμάτων και δικαιοδοσιών, και δεν συνδέεται με την εφαρμογή σχετικού εθιμικού και συμβατικού κανόνα (Συρίγος, 2015).
Επιπλέον, τυχόν επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης θα κλείσει ή θα καταστήσει άνευ σημασίας το θέμα της οριοθετήσεως της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου. Ειδικότερα, από το 43% της συνολικής θαλάσσιας επιφάνειας που ανήκει στην ελληνική επικράτεια, η χώρα θα περάσει στο 72% σε περίπτωση επεκτάσεως της αιγιαλίτιδας ζώνης. Αντιθέτως, λόγω της γεωγραφίας της περιοχής, η Τουρκία θα αυξήσει τη θαλάσσια περιοχή που ελέγχει από το 7,5% στο 8,7%, ενώ οι περιοχές της ανοιχτής θάλασσας θα περιοριστούν στο 20% της συνολικής επιφάνειας του Αιγαίου. Τοιουτοτρόπως, οι προς οριοθέτηση περιοχές θα είναι πολύ περιορισμένες για τη γειτονική χώρα (Συρίγος, 2015).
Έπειτα, οι λεγόμενες “γκρίζες ζώνες” κυριαρχίας στο Αιγαίο θα χάσουν την πρακτική σημασία τους. Η θεωρία των “γκρίζων ζωνών” είναι αποτέλεσμα της κρίσης των Ιμίων (1996), και επρόκειτο για την αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας επί ενός μεγάλου αριθμού νησίδων και βραχονησίδων ανά το Αιγαίο (Νέδος, 2017), διότι δεν αναφέρονται ονομαστικά στις Συνθήκες της Λωζάνης (1923) και των Παρισίων (1947), βάσει των οποίων επικυρώθηκε η ενσωμάτωση των περισσότερων νησιών του Ανατολικού Αιγαίου στην Ελλάδα.
Οι “γκρίζες ζώνες” είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με την αύξηση της αιγιαλίτιδας ζώνης, καθώς οι περισσότερες νησίδες που διεκδικεί η Άγκυρα βρίσκονται μεταξύ των 6 και 12 ναυτικών μιλίων.
Για να διαβάσετε τις Διδαχές του Αγίου Πατροκοσμά πατήστε εδώ
Για να διαβάσετε τις Προφητείες του Αγίου Πατροκοσμά πατήστε εδώ
Για να ωφεληθούν περισσότερες ψυχές χρειαζόμαστε τη δική σας βοήθεια. Για να βοηθήσετε πατήστε εδώ
Για να εγγραφείτε στο κανάλι μας στο youtube και να παρακολουθείτε τα βίντεο μας πατήστε εδώ