Ο εκ Νάξου καταγόμενος, Άγιος Νικόλαος Πλανάς υπήρξε ένας απλοϊκός, ασκητικός και ακάματος εργάτης του Ιερού Θυσιαστηρίου του Θεού. Λειτουργούσε καθημερινά από το πρωί μέχρι το μεσημέρι για 50 συναπτά έτη στην Αθήνα του 19-20ου αιώνος μ.Χ., με αποτέλεσμα η Θεία Χάρις να ενοικήσει μέσα του. Τα έντονα χαρίσματά του και η θαυματουργία του, δεν ήταν δυνατόν να κρυφτούν με την πάροδο των χρόνων, με αποτέλεσμα μετά την οσιακή κοίμησή του το 1932 μ.Χ., ο τάφος του να μετατραπεί σε Αθηναϊκό προσκύνημα. Αγιοκατατάχθηκε λίγα χρόνια αργότερα το 1992 μ.Χ., ενώ τα Άγια του λείψανα τίθενται καθημερινά σε προσκύνηση στον Ιερό Ναό Αγίου Ιωάννου επί της Λεωφόρου Βουλιαγμένης.
ΟΠΤΙΚΟΑΚΟΥΣΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΖΩΗΣ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΠΛΑΝΑ
|
Το 1851 μ.Χ. γεννήθηκε από σχετικά εύπορους γονείς, ο Νικόλαος Πλανάς στη Νάξο. Ο μικρός Νικόλαος αγάπησε την Εκκλησία μέσω του παππού και ιερέως Γεώργιου Μελισσουργού, τον οποίο διακονούσε καθημερινά στο Ιερό Βήμα. Αρκετές από τις υπόλοιπες ώρες της ημέρας του προσευχόταν στο οικογενειακό εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου, όπου μιμούμενος τους ιερείς ενδυόταν σεντόνια αντί αμφίων. Κατά την διάρκεια της εφηβείας, απεβίωσε ο πατέρας του, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί για βιοποριστικούς λόγους να μετακομίσει οικογενειακώς στην Αθήνα. Θέλοντας να ικανοποιήσει την επιθυμία της μητέρας του, παντρεύτηκε πριν χειροτονηθεί διάκονος το έτος 1879 μ.Χ.. Δυστυχώς, όμως πολύ σύντομα και συγκεκριμένα κατά την επόμενη χρονιά κατά την γέννηση του υιού του Ιωάννη, έμεινε χήρος. Στις 2 Μαρτίου 1884 μ.Χ. χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στο ταπεινό εκκλησάκι του Προφήτου Ελισσαίου στο Μοναστηράκι, στο οποίο έψαλλε κάθε Κυριακή ο αείμνηστος διηγηματογράφος Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Μετά τη χειροτονία του μοίρασε το εξ’ ολοκλήρου το μερίδιο που του αναλογούσε από την πατρική περιουσία στους φτωχούς προκειμένου να αφιερωθεί πλήρως στο ποιμαντικό του έργο.
|
Ο ταπεινός και κατατρεγμένος, αφανής και σχεδόν αγράμματος παπά – Νικόλας αγαπούσε ιδιαίτερα τις Θείες Λειτουργίες αγρυπνίες. Για 50 συναπτά έτη λειτουργούσε καθημερινά από τα χαράματα μέχρι το μεσημέρι μνημονεύοντας όλους ανεξαιρέτως τους αγίους μαζί με χιλιάδες ονόματα «ζώντων και τεθνεώτων», τα οποία τα τύλιγε σε δύο μεγάλα μαντήλια και τα κουβαλούσε πάντα μαζί του.
Η λειτουργική σε συνδυασμό με την ασκητική ζωή του Αγίου ήλκυσαν την Θεία Χάρη σε τέτοιο σημείο, που να γίνεται φανερή μέσω θαυμαστών γεγονότων κατά την διάρκεια των ακολουθιών και όχι μόνο.
Η αγάπη του για το ποίμνιό του και κυρίως η Αγιότητά του, υπερκάλυψαν την ολιγογραμματοσύνη και την απλοϊκότητά του σε τέτοιο βαθμό, που κατέστη πόλος έλξης για εκατοντάδες πιστούς και πνευματικούς ανθρώπους της εποχής του. Όταν, στις 2 Μαρτίου 1932, παρέδωσε το πνεύμα του το γεγονός της κοιμήσεως του, διαδόθηκε ταχύτατα σε όλη την Αθήνα και χιλιάδες πιστοί προσήλθαν στον Άγιο Ιωάννη για να προσκυνήσουν τη σορό του Αγίου. Ενταφιάστηκε στον περίβολο του Ιερού Ναού με τον τάφο του να προσελκύει καθημερινά πλήθος πιστών.
Το 1992 μ.Χ. κατά την ανακήρυξη της Αγιοκατατάξεως του ιερέως Νικολάου Πλανά στο Αγιολόγια της Εκκλησίας μας, έγινε η ανακοιμιδή των λειψάνων των, τα οποία έκτοτε βρίσκονται σε ασημένια λάρνακα μέσα στον νέο περικαλλή νέο Ιερό Ναό του Αγίου Ιωάννου επί της οδού Βουλιαγμένης.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τᾶς τοῦ πλάνου παγίδας ἐκφυγῶν, ἱερώτατε, ἀπλανῶς ἐπορεύθης διὰ βίου, πατὴρ ἠμῶν, Νικόλαε ἀοίδιμε Πλανᾶ, οὐράνια χαρίσματα λαβῶν, ἀγρυπνίαις καὶ νηστείαις, ἱερουργῶν ὁσίως τῷ Κυρίῳ σου. Ὅνπερ καθικετεύων ἐκτενῶς, Νάξιον ἱεράτευμα, πρέσβευε δωρηθῆναι καὶ ἠμὶν τὸ θεῖον ἔλεος.
Κοντάκιον
Ήχος βαρύς. Επί του όρους μετεμορφώθης.
Εν παντί έθνει, καιρώ και χρόνω Θεός αμάρτυρον ουκ αφήκεν Αυτού την θείαν δόξαν και την θειότητα τους δε όντας αγίους εν τη γη αυτού και Πλανάν τον Νικόλαον εδόξασε και ημίν εδωρήσατο πρεσβευτήν, πατέρα και θερμόν εν ανάγκαις αντιλήπτορα.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις, του Προδρόμου δούλος πιστός, των αγρυπνιών τε ο εργάτης ο θαυμαστός, χαίροις, εκκλησίας προφήτου Ελισσαίου το σέμνωμα και δόξα, πάτερ Νικόλαε !
Πηγή: http://www.agioiathinas.com